bekannt geben
 

ανακοινώνω Verb
(7)
αναγγέλλω Verb
(2)
γνωστοποιώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich freue mich ganz außerordentlich, die diesjährigen Preisträger bekannt geben zu dürfen, und ich hoffe, diese Auszeichnung bewirkt, dass die prämierten Werke in andere Sprachen übersetzt werden und dadurch ihren Weg zu den Lesern in anderen europäischen Ländern finden.Με μεγάλη χαρά ανακοινώνω τους φετινούς νικητές και ελπίζω ότι το βραβείο θα προσφέρει τη δυνατότητα μετάφρασης των έργων τους ώστε να αποκτήσουν αναγνώστες και πέραν της πατρίδας τους.

Übersetzung bestätigt

Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme.
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik

Noch keine Informationen zur Grammatik vorhanden.



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ανακοινώνωανακοινώνουμε, ανακοινώνομεανακοινώνομαιανακοινωνόμαστε
ανακοινώνειςανακοινώνετεανακοινώνεσαιανακοινώνεστε, ανακοινωνόσαστε
ανακοινώνειανακοινώνουν(ε)ανακοινώνεταιανακοινώνονται
Imper
fekt
ανακοίνωναανακοινώναμεανακοινωνόμουν(α)ανακοινωνόμαστε, ανακοινωνόμασταν
ανακοίνωνεςανακοινώνατεανακοινωνόσουν(α)ανακοινωνόσαστε, ανακοινωνόσασταν
ανακοίνωνεανακοίνωναν, ανακοινώναν(ε)ανακοινωνόταν(ε)ανακοινώνονταν, ανακοινωνόντανε, ανακοινωνόντουσαν
Aoristανακοίνωσαανακοινώσαμεανακοινώθηκαανακοινωθήκαμε
ανακοίνωσεςανακοινώσατεανακοινώθηκεςανακοινωθήκατε
ανακοίνωσεανακοίνωσαν, ανακοινώσαν(ε)ανακοινώθηκεανακοινώθηκαν, ανακοινωθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ανακοινώσει
έχω ανακοινωμένο
έχουμε ανακοινώσει
έχουμε ανακοινωμένο
έχω ανακοινωθεί
είμαι ανακοινωμένος, -η
έχουμε ανακοινωθεί
είμαστε ανακοινωμένοι, -ες
έχεις ανακοινώσει
έχεις ανακοινωμένο
έχετε ανακοινώσει
έχετε ανακοινωμένο
έχεις ανακοινωθεί
είσαι ανακοινωμένος, -η
έχετε ανακοινωθεί
είστε ανακοινωμένοι, -ες
έχει ανακοινώσει
έχει ανακοινωμένο
έχουν ανακοινώσει
έχουν ανακοινωμένο
έχει ανακοινωθεί
είναι ανακοινωμένος, -η, -ο
έχουν ανακοινωθεί
είναι ανακοινωμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ανακοινώσει
είχα ανακοινωμένο
είχαμε ανακοινώσει
είχαμε ανακοινωμένο
είχα ανακοινωθεί
ήμουν ανακοινωμένος, -η
είχαμε ανακοινωθεί
ήμαστε ανακοινωμένοι, -ες
είχες ανακοινώσει
είχες ανακοινωμένο
είχατε ανακοινώσει
είχατε ανακοινωμένο
είχες ανακοινωθεί
ήσουν ανακοινωμένος, -η
είχατε ανακοινωθεί
ήσαστε ανακοινωμένοι, -ες
είχε ανακοινώσει
είχε ανακοινωμένο
είχαν ανακοινώσει
είχαν ανακοινωμένο
είχε ανακοινωθεί
ήταν ανακοινωμένος, -η, -ο
είχαν ανακοινωθεί
ήταν ανακοινωμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ανακοινώνωθα ανακοινώνουμε, θα ανακοινώνομεθα ανακοινώνομαιθα ανακοινωνόμαστε
θα ανακοινώνειςθα ανακοινώνετεθα ανακοινώνεσαιθα ανακοινώνεστε, θα ανακοινωνόσαστε
θα ανακοινώνειθα ανακοινώνουν(ε)θα ανακοινώνεταιθα ανακοινώνονται
Fut
ur
θα ανακοινώσωθα ανακοινώσουμε, θα ανακοινώσομεθα ανακοινωθώθα ανακοινωθούμε
θα ανακοινώσειςθα ανακοινώσετεθα ανακοινωθείςθα ανακοινωθείτε
θα ανακοινώσειθα ανακοινώσουνθα ανακοινωθείθα ανακοινωθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ανακοινώσει
θα έχω ανακοινωμένο
θα έχουμε ανακοινώσει
θα έχουμε ανακοινωμένο
θα έχω ανακοινωθεί
θα είμαι ανακοινωμένος, -η
θα έχουμε ανακοινωθεί
θα είμαστε ανακοινωμένοι, -ες
θα έχεις ανακοινώσει
θα έχεις ανακοινωμένο
θα έχετε ανακοινώσει
θα έχετε ανακοινωμένο
θα έχεις ανακοινωθεί
θα είσαι ανακοινωμένος, -η
θα έχετε ανακοινωθεί
θα είστε ανακοινωμένοι, -ες
θα έχει ανακοινώσει
θα έχει ανακοινωμένο
θα έχουν ανακοινώσει
θα έχουν ανακοινωμένο
θα έχει ανακοινωθεί
θα είναι ανακοινωμένος, -η, -ο
θα έχουν ανακοινωθεί
θα είναι ανακοινωμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ανακοινώνωνα ανακοινώνουμε, να ανακοινώνομενα ανακοινώνομαινα ανακοινωνόμαστε
να ανακοινώνειςνα ανακοινώνετενα ανακοινώνεσαινα ανακοινώνεστε, να ανακοινωνόσαστε
να ανακοινώνεινα ανακοινώνουν(ε)να ανακοινώνεταινα ανακοινώνονται
Aoristνα ανακοινώσωνα ανακοινώσουμε, να ανακοινώσομενα ανακοινωθώνα ανακοινωθούμε
να ανακοινώσειςνα ανακοινώσετενα ανακοινωθείςνα ανακοινωθείτε
να ανακοινώσεινα ανακοινώσουν(ε)να ανακοινωθείνα ανακοινωθούν(ε)
Perfνα έχω ανακοινώσει
να έχω ανακοινωμένο
να έχουμε ανακοινώσει
να έχουμε ανακοινωμένο
να έχω ανακοινωθεί
να είμαι ανακοινωμένος, -η
να έχουμε ανακοινωθεί
να είμαστε ανακοινωμένοι, -ες
να έχεις ανακοινώσει
να έχεις ανακοινωμένο
να έχετε ανακοινώσει
να έχετε ανακοινωμένο
να έχεις ανακοινωθεί
να είσαι ανακοινωμένος, -η
να έχετε ανακοινωθεί
να είστε ανακοινωμένοι, -ες
να έχει ανακοινώσει
να έχει ανακοινωμένο
να έχουν ανακοινώσει
να έχουν ανακοινωμένο
να έχει ανακοινωθεί
να είναι ανακοινωμένος, -η, -ο
να έχουν ανακοινωθεί
να είναι ανακοινωμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presανακοίνωνεανακοινώνετεανακοινώνεστε
Aoristανακοίνωσεανακοινώσετε, ανακοινώστεανακοινώσουανακοινωθείτε
Part
izip
Presανακοινώνοντας
Perfέχοντας ανακοινώσει, έχοντας ανακοινωμένοανακοινωμένος, -η, -οανακοινωμένοι, -ες, -α
InfinAoristανακοινώσειανακοινωθεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
αναγγέλλωαναγγέλλουμε, αναγγέλλομεαναγγέλλομαιαναγγελλόμαστε
αναγγέλλειςαναγγέλλετεαναγγέλλεσαιαναγγέλλεστε, αναγγελλόσαστε
αναγγέλλειαναγγέλλουν(ε)αναγγέλλεταιαναγγέλλονται
Imper
fekt
ανάγγελλα, ανήγγελλααναγγέλλαμεαναγγελλόμουν(α)αναγγελλόμαστε, αναγγελλόμασταν
ανάγγελλες, ανήγγελλεςαναγγέλλατεαναγγελλόσουν(α)αναγγελλόσαστε, αναγγελλόσασταν
ανάγγελλε, ανήγγελλεανάγγελλαν, αναγγέλλαν(ε), ανήγγελλαναναγγελλόταν(ε)αναγγέλλονταν, αναγγελλόντανε, αναγγελλόντουσαν
Aoristανάγγειλα, ανήγγειλααναγγείλαμεαναγγέλθηκααναγγελθήκαμε
ανάγγειλες, ανήγγειλεςαναγγείλατεαναγγέλθηκεςαναγγελθήκατε
ανάγγειλε, ανήγγειλεανάγγειλαν, αναγγείλαν(ε), ανήγγειλαναναγγέλθηκεαναγγέλθηκαν, αναγγελθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω αναγγείλειέχουμε αναγγείλειέχω αναγγελθείέχουμε αναγγελθεί
έχεις αναγγείλειέχετε αναγγείλειέχεις αναγγελθείέχετε αναγγελθεί
έχει αναγγείλειέχουν αναγγείλειέχει αναγγελθείέχουν αναγγελθεί
Plu
per
fekt
είχα αναγγείλειείχαμε αναγγείλειείχα αναγγελθείείχαμε αναγγελθεί
είχες αναγγείλειείχατε αναγγείλειείχες αναγγελθείείχατε αναγγελθεί
είχε αναγγείλειείχαν αναγγείλειείχε αναγγελθείείχαν αναγγελθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα αναγγέλλωθα αναγγέλλουμε, θα αναγγέλλομεθα αναγγέλλομαιθα αναγγελλόμαστε
θα αναγγέλλειςθα αναγγέλλετεθα αναγγέλλεσαιθα αναγγέλλεστε, θα αναγγελλόσαστε
θα αναγγέλλειθα αναγγέλλουν(ε)θα αναγγέλλεταιθα αναγγέλλονται
Fut
ur
θα αναγγείλωθα αναγγείλουμε, θα αναγγείλομεθα αναγγελθώθα αναγγελθούμε
θα αναγγείλειςθα αναγγείλετεθα αναγγελθείςθα αναγγελθείτε
θα αναγγείλειθα αναγγείλουν(ε)θα αναγγελθείθα αναγγελθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω αναγγείλειθα έχουμε αναγγείλειθα έχω αναγγελθείθα έχουμε αναγγελθεί
θα έχεις αναγγείλειθα έχετε αναγγείλειθα έχεις αναγγελθείθα έχετε αναγγελθεί
θα έχει αναγγείλειθα έχουν αναγγείλειθα έχει αναγγελθείθα έχουν αναγγελθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να αναγγέλλωνα αναγγέλλουμε, να αναγγέλλομενα αναγγέλλομαινα αναγγελλόμαστε
να αναγγέλλειςνα αναγγέλλετενα αναγγέλλεσαινα αναγγέλλεστε, να αναγγελλόσαστε
να αναγγέλλεινα αναγγέλλουν(ε)να αναγγέλλεταινα αναγγέλλονται
Aoristνα αναγγείλωνα αναγγείλουμε, να αναγγείλομενα αναγγελθώνα αναγγελθούμε
να αναγγείλειςνα αναγγείλετενα αναγγελθείςνα αναγγελθείτε
να αναγγείλεινα αναγγείλουν(ε)να αναγγελθείνα αναγγελθούν(ε)
Perfνα έχω αναγγείλεινα έχουμε αναγγείλεινα έχω αναγγελθείνα έχουμε αναγγελθεί
να έχεις αναγγείλεινα έχετε αναγγείλεινα έχεις αναγγελθείνα έχετε αναγγελθεί
να έχει αναγγείλεινα έχουν αναγγείλεινα έχει αναγγελθείνα έχουν αναγγελθεί
Imper
ativ
Presανάγγελλεαναγγέλλετεαναγγέλλεστε
Aoristανάγγειλεαναγγείλετε, αναγγείλτεαναγγελθείτε
Part
izip
Presαναγγέλλοντας
Perfέχοντας αναγγείλειαναγγελεμένος, -η, -οαναγγελεμένοι, -ες, -α
InfinAoristαναγγείλειαναγγελθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback